Κυριακή 24 Μαΐου 2020

Ανακαλύφθηκε νέα κατηγορία παράξενων αντικειμένων στο διάστημα - «Μυστήριο» η φύση τους

Αμερικανοί αστρονόμοι ανακάλυψαν μια νέα κατηγορία παράξενων αντικειμένων στο κέντρο του γαλαξία μας, όχι μακριά από την κεντρική μαύρη τρύπα, γνωστή ως «Τοξότης Α*».
Τα εν λόγω αντικείμενα που ονομάζονται G, «μοιάζουν με αέρια και συμπεριφέρονται σαν άστρα», σύμφωνα με τους επιστήμονες.
Τα G περιέργως έχουν ευμετάβλητο σχήμα, καθώς συνήθως είναι σαν άστρα, αλλά όταν οι τροχιές τους -διάρκειας 100 έως 1.000 ετών- τα φέρνουν κοντά στη μαύρη τρύπα, τότε τεντώνονται και «ξεχειλώνουν» σαν... τσίχλα. 
Πιθανώς πρόκειται για ένα νέο υβριδικό είδος άστρου, άγνωστου έως τώρα. Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Λος Άντζελες (UCLA) έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Nature».
Έως τώρα έχουν βρεθεί έξι αντικείμενα G και, σύμφωνα με την καθηγήτρια αστροφυσικής Αντρέα Γκετς, όλα μάλλον ήταν κάποτε γιγάντια διπλά άστρα (το ένα σε τροχιά γύρω από το άλλο), τα οποία κάποια στιγμή συγχωνεύθηκαν λόγω της ισχυρής βαρυτικής επίδρασης του «Τοξότη Α*». Πλέον ένα μέρος τους φαίνεται πως διαρρέει μαζικά προς τη μαύρη τρύπα, κάθε φορά που την πλησιάζουν, γι' αυτό αλλάζει το σχήμα τους.
Το πρώτο αντικείμενο G1 είχε ανιχνευθεί το 2005 και είχε τότε θεωρηθεί αστρονομική ανωμαλία, ώσπου βρέθηκε το G2 το 2012. Τώρα, μετά την ανακάλυψη των G3, G4, G5 και G6 ύστερα από παρατηρήσεις 13 ετών με το τηλεσκόπιο Κεκ της Χαβάης, μπορούν οι επιστήμονες να μιλήσουν όχι για μια ανωμαλία, αλλά για μια νέα κατηγορία αντικειμένων στο διάστημα, η ακριβής φύση των οποίων βρίσκεται υπό διερεύνηση.

Ένας λευκός «νάνος – χιονάνθρωπος» στο διάστημα

Ένα τελείως ασυνήθιστο γιγάντιο άστρο-λευκό νάνο, που θυμίζει χιονάνθρωπο, ανακάλυψαν οι αστρονόμοι και πιστεύουν ότι προήλθε από τη βίαιη σύγκρουση δύο μικρότερων ανισομεγεθών λευκών νάνων πριν περίπου 1,3 δισεκατομμύρια χρόνια. Εκτός από το περίεργο σχήμα του, στην ατμόσφαιρα του εν λόγω άστρου βρέθηκε μεγάλη ποσότητα άνθρακα, καθώς και απρόσμενα χαμηλή ποσότητα υδρογόνου και ήλιου, κάτι που δεν έχει παρατηρηθεί ξανά σε λευκό νάνο. Επίσης η ταχύτητα του είναι υπερβολικά γρήγορη, ταχύτερη από το 99% των γειτονικών αντίστοιχων άστρων

Οι λευκοί νάνοι είναι μικρά, αχνά και πυκνά άστρα, στο μέγεθος περίπου της Γης, που αποτελούν τους εναπομείναντες πυρήνες κάποτε μεγαλύτερων άστρων, τα οποία εξάντλησαν τα «καύσιμα» τους και απέβαλαν τα εξωτερικά στρώματά τους. Ο Ήλιος μας κάποτε θα γίνει και αυτός ένας λευκός νάνος, όπως είναι επίσης τουλάχιστον το 90% των άστρων στον γαλαξία μας. Οι επιστήμονες, με επικεφαλής τον αστροφυσικό Μαρκ Χόλαντς του βρετανικού Πανεπιστημίου του Γουόρικ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό αστρονομίας «Nature Astronomy», εντόπισαν αρχικά με το διαστημικό ευρωπαϊκό τηλεσκόπιο Gaia ένα περίεργο λευκό νάνο σε απόσταση περίπου 150 ετών φωτός από τη Γη και, στη συνέχεια, τον μελέτησαν περισσότερο με το επίγειο τηλεσκόπιο Γουίλιαμ Χέρσελ στα Κανάρια Νησιά. Ο λευκός νάνος WDJ0551+4135 εκτιμάται ότι έχει μάζα 1,14 φορές μεγαλύτερη του Ήλιου (σχεδόν διπλάσια από τη μάζα ενός τυπικού λευκού νάνου) και η διάμετρός του είναι μόλις τα δύο τρίτα της Γης. Πηγή: ΑΠΕ Παύλος Δρακόπουλος

Διάστημα: Όταν «πέθανε» η Σελήνη



Ένα πέπλο που εκτείνεται βαθιά στο Διάστημα. Μια φούσκα ή καλύτερα μια ασπίδα που προστατεύει τον πλανήτη μας από τα καυτά, φορτισμένα σωματίδια, που εξαπολύει ακατάπαυστα ο Ήλιος και άλλες κοσμικές πηγές. Αυτό είναι το μαγνητικό πεδίο της Γης, προϊόν του λιωμένου σιδήρου στον πυρήνα του πλανήτη μας, που καθόρισε τη δημιουργία και την εξέλιξη της ζωής. Χωρίς αυτό η Γη δεν θα ήταν παρά ένας ακτινοβολημένος διαστημικός βράχος, ένας νεκρός κόσμος.
Την καλή τύχη της Γης δεν είχε, όμως, η Σελήνη. Ο δορυφόρος μας έχασε κάποια στιγμή το δικό του μαγνητικό πεδίο και ταυτόχρονα κάθε πιθανότητα να εξελιχθεί σε κάτι περισσότερο από τον σκονισμένο, αφιλόξενο κόσμο που είναι τώρα. Ο χρόνος και ο μηχανισμός που το φεγγάρι έμεινε μαγνητικά «γυμνό», έρμαιο της ηλιακής και κοσμικής ακτινοβολίας, παρέμενε μυστήριο. Πρόσφατα, όμως, ερευνητές από το ΜΙΤ πήραν στα χέρια τους δύο μικρά πετρώματα από τη σεληνιακή επιφάνεια. Και από αυτά μπόρεσαν να δώσουν απαντήσεις στο πώς και πότε «πέθανε» ο δορυφόρος μας.
«Παγωμένος» πυρήνας
Πριν από 3-4 δισεκατομμύρια χρόνια η Σελήνη ήταν κυριολεκτικά άτρωτη στην κοσμική ακτινοβολία, αφού την περιέβαλε ένα πανίσχυρο μαγνητικό πεδίο, κατά πολύ ισχυρότερο από αυτό που διαθέτει σήμερα η Γη. Συγκεκριμένα, οι ερευνητές του ΜΙΤ εκτιμούν ότι το μαγνητικό πεδίο της Σελήνης είχε ισχύ περίπου 100 microteslas, έναντι περίπου 50 microteslas της Γης.
Τι συνέβη, όμως, και ο δορυφόρος μας έχασε την ασπίδα του; Σύμφωνα με τους ερευνητές, «πάγωσε» ή για την ακρίβεια κρυσταλλοποιήθηκε ο πυρήνας του. Το μαγνητικό πεδίο της Σελήνης είχε παρόμοιο μηχανισμό δημιουργίας με αυτόν της Γης. Σύμφωνα με την κλασική θεωρία του δυναμό, το γήινο μαγνητικό πεδίο δημιουργείται από την κίνηση λιωμένου σιδήρου στον εξωτερικό πυρήνα της. Ο λιωμένος σίδηρος περιστρέφεται γύρω από τον εσωτερικό πυρήνα, που έχει θερμοκρασία περίπου 6.000 βαθμούς Κελσίου, δημιουργεί ηλεκτρικό ρεύμα καθώς κινείται και έτσι παράγεται το μαγνητικό πεδίο.
Το ίδιο συνέβαινε και στη Σελήνη έως τη στιγμή που ο εσωτερικός πυρήνας της κρυσταλλοποιήθηκε. Η κρυσταλλοποίηση δεν ισοδυναμεί με θερμοκρασιακό πάγωμα, αφού ακόμα και σήμερα η θερμοκρασία του σεληνιακού πυρήνα υπολογίζεται στους 1.300 βαθμούς Κελσίου. Ως κρυσταλλοποίηση ορίζεται η στερεοποίηση, δηλαδή η παύση της κίνησης λιωμένων μετάλλων, οπότε σταματά η παραγωγή ηλεκτρισμού και κατά συνέπεια μαγνητικού πεδίου.
Στο κυνήγι των ηλεκτρονίων
Εξίσου εντυπωσιακή με τα συμπεράσματα των ερευνητών του ΜΙΤ είναι και η μέθοδος με την οποία κατέληξαν σε αυτά, αναλύοντας δύο βράχους από την επιφάνεια της Σελήνης.
Τα πετρώματα, όπως και κάθε υλικό σώμα, αποτελούνται από στοιχειώδη σωματίδια, μεταξύ των οποίων και ηλεκτρόνια. Αυτά έχουν το «συνήθειο» να προσανατολίζονται με βάση το μαγνητικό πεδίο που τα περιβάλλει.
Μέχρι πρόσφατα οι μελέτες σεληνιακών δειγμάτων από τις αποστολές Apollo προέρχονταν από αρχαίους βράχους, ηλικίας περίπου 4 δισεκατομμυρίων ετών, που εκχύθηκαν ως λάβα. Καθώς ψύχθηκαν, τα ηλεκτρόνιά τους ευθυγραμμίστηκαν προς την κατεύθυνση του τότε μαγνητικού πεδίου της Σελήνης. Αυτοί οι βράχοι περιείχαν ηλεκτρόνια ευθυγραμμισμένα από ένα μαγνητικό πεδίο της τάξεως των 100 microtesla. Έτσι, τα τελευταία 3 δισεκατομμύρια χρόνια σεληνιακής ιστορίας παρέμεναν μυστήριο, επειδή δεν υπήρχε σχεδόν κανένα αρχείο σε μορφή βράχων.
Ωστόσο, οι ερευνητές του ΜΙΤ εντόπισαν δύο δείγματα σεληνιακού βράχου, που δημιουργήθηκαν ύστερα από μια καταστροφική σύγκρουση μεταξύ της Σελήνης και ενός μετεωρίτη. Ως εκ τούτου έλιωσαν και συγκολλήθηκαν πάλι, με τέτοιο τρόπο ώστε το αρχαίο μαγνητικό αρχείο διαγράφηκε. Στα ηλεκτρόνιά τους εγγράφηκε το μαγνητικό πεδίο που είχε η Σελήνη πριν από ένα δισεκατομμύριο χρόνια. Όπως ακριβώς οι κασέτες της δεκαετίας του 1980 που μπορούσες να επανεγγράψεις πάνω τους πολλές φορές, διαγράφοντας το προηγούμενο αρχείο. Οι ερευνητές «μέτρησαν» τα δύο πετρώματα και βρήκαν ότι σχηματίστηκαν σε ένα εξαιρετικά αδύναμο, πρακτικά, μηδενικό μαγνητικό πεδίο, όχι περισσότερο από 0,1 microtesla.
Φυσικά το ερώτημα που προκύπτει είναι αν και πότε η Γη θα έχει την τύχη του δορυφόρου της. Πότε, δηλαδή, ο γήινος πυρήνας θα κρυσταλλοποιηθεί ολοκληρωτικά. Τα νέα είναι εξαιρετικά ευχάριστα, αφού για το επόμενο ένα δισεκατομμύριο χρόνια ο πλανήτης μας θα διαθέτει ισχυρό μαγνητικό πεδίο. Συνεπώς, αν κάτι απειλεί την ύπαρξη της ανθρωπότητας είναι όσα συμβαίνουν στην επιφάνειά της Γης και όχι κάτω από αυτή…
* Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο 18 Ιανουαρίου 2020